Πυλάδῃ

Πυλάδῃ
Πυλάδης
masc dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Πυλάδη — Πυλάδης masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυλάδηι — Πυλάδῃ , Πυλάδης masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ήλεκτρα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Αγαμέμνονα, όπως διαδόθηκε μέσω της ποιητικής παράδοσης. Οι Έλληνες τραγικοί (ο Αισχύλος στις Χοηφόρους, ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης στην Ηλέκτρα) διέδωσαν τον μύθο κατά τον οποίο η Η. εκδικείται την… …   Dictionary of Greek

  • ορέστης — I Μυθολογικός ήρωας, γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Ο μύθος του στρέφεται γύρω από τον φόνο της μητέρας του και του Αιγίσθου, τον οποίο πραγματοποίησε για να εκδικηθεί τον τραγικό θάνατο του πατέρα του. Αυτή η πράξη του, την οποία… …   Dictionary of Greek

  • στρόφιος — Μυθικός βασιλιάς της Φωκίδας και της Αντιφατίας, γιος του Κρίσσου και σύζυγος της Κυδραγόρας ή Αναξιβίας, αδελφής του Αγαμέμνονα. Ήταν πατέρας του Πυλάδη στον οποίο φυγαδεύτηκε ο Ορέστης από την Ηλέκτρα. Με το ίδιο όνομα αναφέρεται και ο γιος του …   Dictionary of Greek

  • Ιφιγένεια εν Ταύροις — Τραγωδία του Ευριπίδη, συνέχεια της Ιφιγένειας εν Αυλίδι, που διδάχθηκε ωστόσο πριν από αυτή (414; π.Χ.). Πραγματεύεται το προσφιλές στην ελληνική αρχαιότητα θέμα της σωτηρίας δύο ανθρώπων που τους συνδέουν συγγενικοί δεσμοί, υπό αντίξοες… …   Dictionary of Greek

  • βοηθός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γλύπτης από τη Χαλκηδόνα (τέλη 3ου – μέσα 2ου αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Αθηναίωνα και, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πλίνιου, εργάστηκε στην αυλή των βασιλιάδων της Περγάμου Άτταλου και Ευμένη και θεωρείται ο… …   Dictionary of Greek

  • οίαξ — Αδελφός του Παλαμήδη και της Κλυμένης. Είχε πάρει μέρος στον Τρωικό πόλεμο και όταν οι Αχαιοί σκότωσαν τον αδελφό του, τον Παλαμήδη, θέλησε να ειδοποιήσει τον πατέρα του. Έγραψε το γεγονός αυτό πάνω σε ξύλινα κουπιά και τα έριξε στη θάλασσα. Όταν …   Dictionary of Greek

  • Αισχύλος — I (Ελευσίνα 525 – Γέλα Σικελίας 456 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Για τη ζωή του δεν υπάρχουν πολλές ασφαλείς πληροφορίες. Οι σύγχρονοι του Α. και του Πινδάρου ενδιαφέρονταν πολύ περισσότερο για τα έργα παρά για τους συγγραφείς. Και αργότερα, όμως, οι …   Dictionary of Greek

  • Αναξιβία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη τουΒία, σύζυγοςτου Πελία και μητέρα της Άλκηστης. 2. Κόρη του Κρατιέα και σύζυγοςτουΝέστορα. 3. Κόρη του Κλεισθένη και της Κλεόλλης, αδελφή του Αγαμέμνονα και μητέρα του Πυλάδη …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”